Λάρκος Λάρκου «Το πρώτο ’δώ βασίλειο είχαν θεοί το κτίσει»
ΜΕΛΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ
Ένας αναστάσιμος ψηφιακός δίσκος
Ο Λάρκος Λάρκου «συνομιλεί» με τον Βασίλη Μιχαηλίδη
Όταν ασχολείται κανείς συστηματικά με τη ζωή και το έργο του Βασίλη Μιχαηλίδη, είναι λογικό να αναζητεί νέα δεδομένα, τα οποία θα συμβάλουν στην προώθηση της έρευνας γύρω από τον μεγάλο κύπριο ποιητή. Βέβαια, είναι καλό να τονιστεί ότι τέτοιες μεθοδολογικές κατευθύνσεις προσθέτουν, συνήθως, νέες ψηφίδες σε ένα ανολοκλήρωτο μωσαϊκό, το οποίο, αν ποτέ περατωθεί, θα απεικονίζει, με περισσή ενάργεια, το βιο-εργογραφικό πορτρέτο του Β. Μιχαηλίδη.
Ωστόσο, τις περισσότερες φορές, οι προσπάθειες αυτές δεν φέρνουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα, είτε γιατί είναι ατελείς είτε γιατί, μονότονα και κουραστικά, επαναλαμβάνουν πληροφορίες οι οποίες έχουν ήδη επισημανθεί. Όσες φορές, όμως, δημοσιεύεται κάτι πραγματικά καινούργιο (ένα άγνωστο ποίημα, μία ημερομηνία, μία διόρθωση κ.λπ.), τότε η βιβλιογραφία για τον Β. Μιχαηλίδη εμπλουτίζεται και συλλήβδην οι μελετητές του εκφράζουν την ευαρέσκειά τους. Σπανιότερα συμβαίνει και κάτι άλλο, το οποίο, επειδή, ακριβώς, είναι τόσο δυσεπίτευκτο ή, για να μείνω στην εικόνα του μωσαϊκού, τόσο δυσκολοκάμωτο, δεν περνά από το μυαλό ακόμα και των σημαντικότερων μελετητών. Αναφέρομαι, φυσικά, όχι στην ολοκλήρωση του υπάρχοντος μωσαϊκού αλλά στη δημιουργία ενός άλλου, ενός «παράλληλου» μωσαϊκού, το οποίο, αν και δεν προσθέτει νέες πληροφορίες για τον ποιητή, προωθεί τη γνωριμία του με το ευρύτερο κοινό, αποσκορακίζοντας, έτσι, την επικρατούσα άποψη ότι η ποίηση είναι για τους λίγους. Και το νέο αυτό μωσαϊκό αποτελεί, πλέον, τον μίτο της Αριάδνης που οδηγεί στον ξεχασμένο, στον «παρωχημένο», στον «δυσεξιχνίαστο» ποιητή. Ένα τέτοιο σπάνιο παράδειγμα «παράλληλου» μωσαϊκού αποτελεί και ο ψηφιακός δίσκος του Λ. Λάρκου.
Ο κοντεάτης μουσικοσυνθέτης, μέσα από τη μελοποίηση των δεκαεφτά ποιημάτων του Β. Μιχαηλίδη, έχει θέσει τις βάσεις για μια ευρύτερη μετάγγιση της ποίησης του λησμονημένου ποιητή σε όλο το ελληνόφωνο (μουσικόφιλο) κοινό. Επιχείρησε και πέτυχε να «συνομιλήσει» με έναν λογοτέχνη ο οποίος πέθανε πριν από 94 χρόνια, να αφουγκραστεί τους κτύπους της καρδιάς του και να αποτυπώσει μουσικά τα μύχια της ποιητικής του έμπνευσης. Ο τωρινός (αλλά και ο αυριανός) ακροατής των τραγουδιών αυτών θα γνωρίσει έναν ανανεωμένο Β. Μιχαηλίδη και, αφημένος σε μια ανεπανάληπτη μουσική πανδαισία, θα δροσολογιέται μέσα στο καμίνι της συγκαιρινής, πνευματικά αποδυναμωμένης, εποχής μας, απολαμβάνοντας στίχους μεστούς, καθάριους, διάφανους, στίχους σμιλευμένους στο εργαστήρι ενός γνήσιου λογοτέχνη, του Β. Μιχαηλίδη.
Δεν είμαι σίγουρος αν ο Λ. Λάρκου έχει προσφέρει κάτι καινούργιο στη φιλολογική έρευνα για τον Β. Μιχαηλίδη. Εξάλλου, δεν ήταν αυτός ο σκοπός του, ούτε η ειδικότητά του. Ο Λ. Λάρκου απλώς κατάφερε να δώσει στον Β. Μιχαηλίδη ελεύθερη πρόσβαση: σε κάθε σπίτι, σε κάθε γραφείο, σε κάθε κέντρο αναψυχής, σε κάθε υπολογιστή, σε κάθε αυτοκίνητο. Απλώς κατάφερε να αποτινάξει τη σκόνη, που, χρόνια τώρα, έχει συσσωρευτεί, και να ανασύρει από το μπαούλο της ιστορίας την ίδια τη λογοτεχνική μας ιστορία. Απλώς κατάφερε, τέλος, να τεκμηριώσει με τον πιο εύγλωττο (και μουσικό) τρόπο ότι ενώπιόν μας έχουμε τον κορυφαίο ποιητή της κυπριακής λογοτεχνίας και έναν από τους καλύτερους της ευρύτερης νεοελληνικής.
Αν, στη δική μας περίπτωση, το «φως» και ο «ήλιος» παραπέμπουν στην ‘ποίηση’, το «αίμα» στους ‘στίχους ενός ποιητή’ και το «βασίλειο» στην ‘καθιέρωση του ποιητή αυτού στο λογοτεχνικό στερέωμα ενός τόπου’, τότε ναι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Λ. Λάρκου έχει κάθε δικαίωμα να κοιτάξει στα μάτια τον Βασίλη του, να του δωρίσει τον ψηφιακό τους δίσκο και, δίκην αντιφώνησης, να του ψιθυρίσει:
Συ που ’σκοτώθης για το φως,
σήκου να δεις τον ήλιο,
ξύπνα, να δεις το αίμα σου
πως έγινε βασίλειο.
Λάρκο, σε ευχαριστούμε!
Κ.Ι. Ιωάννου
Δημοσίευση: περ. «Άνευ», τχ. 43 (Χειμώνας 2012) 63-64
___________________________________________
Αυτό κάνω τώρα. Με τις λίγες αλλά αποτελεσματικές γνώσεις που έχω σχετικά με το διαδίκτυο, βρήκα την ηλεκτρονική σας διεύθυνση και σας γράφω για το πόσο σημαντικό είναι το συγκεκριμένο έργο σας σε ποίηση Βασίλη Μιχαηλίδη, που, συμπτωματικά ίσως, έρχεται να δέσει επετειακά με τον ποιητή. Aπό το προλογικό, λυρικό και εξομολογητικό σας κείμενο που αρχίζει με την επίκληση “Βασίλη μου” διαφαίνεται πως αφορμή δεν υπήρξε ο κύκλος του χρόνου που φέρνει μια επέτειο αλλά ένα ουσιαστικό βίωμα κι αυτό μαρτυρά τη γνησιότητά του.
Είναι πρώτ’ απ’ όλα το εύρος αυτού του έργου. Και φυσικά η ποιότητά του που αναδεικνύει στο χώρο της μουσικής, μια δύσκολη, ιδίως για τους Ελλαδίτες, ποίηση στο κυπριακό ιδίωμα, αλλά δύσκολη γενικά και η ποίηση που έχει γραφεί στην καθαρεύουσα. Τη ζωντανέψατε με τρόπο άμεσο, λειτουργικό, με μια ικανότητα που αναδεικνύει το ταλέντο και την έμπνευσή σας, πηγαία και τα δυο που τα οδηγήσατε στις ρίζες του τόπου. ΠαντρέψÎ �τε τ ους βυζαντινούς ήχους με τα μουσικά μοτίβα της κυπριακής παράδοσης, σ’ ένα σύνολο που στέκεται αρμονικά στη σύγχρονη εποχή, προβάλλοντας πόθους και καημούς του τόπου γενικά και του ανθρώπου ειδικότερα, που τέρπουν και συγκινούν. Ο Γιώργος Σεφέρης έγραψε στις “Δοκιμές” ότι π αράδοση δεν σημαίνει απαρίθμηση και μνείες παλαιών τίτλων, αλλά έργα που ζουν και γονιμοποιούν τη δημιουργική φαντασία των σημερινών ζωντανών ανθρώπων. Αυτό κάνατε πράξη με τρόπο απλόχερο και ιδανικό και αυτό είναι που ιδιαίτερα ήθελα να τονίσω.
Η έκδοση που συνοδεύει το δισκάκι σας είναι υποδειγματική σαν πληροφόρηση και σαν αισθητική. Ένα έργο που πιστεύω θα μείνει και θα διασωθεί ως σύνολο στο χρόνο. Θα αποτελεί σημείο αναφοράς.
Σας χαιρετώ και σας συγχαίρω
Κώστας Σερέζης
26/12/2017
___________________________________________
Λοιπόν να πεις στον κ. Λάρκου ότι η δουλειά του μού άρεσε πολύ, μα πολύ. Χάρηκα τη μουσική, τη σωστή άρθρωση των τραγουδιστών, αυτόν τον καθαρό κρυστάλλινο ήχο της εγγραφής (παρ´ότι στο δικό μου αντίτυπο του C-D υπήρχαν μερικά μικρά κενά στο τραγούδι «Η Χιώτισσα» μάλλον πρόβλημα στο τύπωμα. Γάιδαρο μου χαρίσανε και τον έβλεπα στα δόντια). Μου άρεσε η ποίηση του Μιχαηλίδη, μα γιατί τον λέτε «αγράμματο», «αμόρφωτο». Αν ο Καρυωτάκης γνώριζε την ποίησή του θα τον θεωρούσαμε δάσκαλό του. Εγώ κάπως έτσι ακούω τα ερωτικά του, σαρκαστικά του καρυωτακικά. Μού άρεσαν τα ταγκουδάκια και τα βαλσάκια των σατυρικών τραγουδιών αλλά εκεί που έδωσα τα ρέστα μου ήταν στα κυπριώτικα. Μορφή και περιεχόμενο το ίδιο. Πώς να το κάνουμε «η 9η Ιουλίου του 1821» βγάζει μια άλλη συγκίνηση όταν ακούγεται στα κυπριακά και όχι στη πανελλήνια ελληνική (τι σωστή και ωραία έκφραση, μπράβο σε όποιον την κατασκεύασε) κι έστω κι αν δεν καταλαβαίνω όλο το λεξιλόγιο. Μου προκαλέσατε μεγάλη συγκίνηση. Πιάνω μια κάποια επίδραση από τα κρητικά ριζίτικα ή έστω την ερμηνεία τους από τον Μαρκόπουλο; Φαντάζεσαι την αρχαγγελική φωνή του Ξυλούρη να τραγουδούσε ένα κυπριακό τραγούδι… Σας ευχαριστώ για το ωραίο δώρο. Σκέφτομαι ότι αυτές οι προσωπικές μαρτυρίες που καταγράφεις είναι μια συνέχεια των γραφτών του Βασίλη Μιχαηλίδη.
Μιχαήλα Καραμπίνη-Ιατρού
___________________________________________
Κριτική (αναδρομική αλλά και σχετική με το Πάσχα) για τη μελοποιημένη “Χιώτισσα”
Δεν έχει καλά καλά μπει ο Νιόβρης, κι εγώ έχω ήδη πάρει αναπάντεχα ένα πολύτιμο χριστουγενιάτικο δώρο από την Κύπρο. Είναι το μουσικό κείμενο του έργου του Λάρκου Λάρκου (γ. 1973) «Η Χιώτισσα», που κυκλοφόρησε πριν δυο περίπου χρόνια σε βιβλίο-δισκάκι, μαζί με άλλα μελοποιημένα ποιήματα του Βασίλη Μιχαηλίδη (1849-1917). Αυτό που μου έκανε ιδαίτερη εντύπωση είναι πως το κείμενο που έλαβα είναι γραμμένο στη σημειογραφία της βυζαντινής μουσικής, σε διατονική κλίμακα (ήχος πρώτος). Ανιχνεύοντας το κείμενο κατάλαβα πως η συμμετοχή της βυζαντινής χορωδίας «Ρωμανός ο Μελωδός» στην ενορχήστρωση του έργου, κι η ερμηνεία του από τη μοναστική φωνή του πρωτοπρεσβύτερου Νικολάου Λυμπουρίδη δεν ήσαν τυχαίες επιλογές. Όπως σημειώνει ο Κυριάκος Ι. Ιωάννου: «Μέσα από την εξαιρετική μελοποίηση των δεκαεφτά ποιημάτων του, η λύρα του Βασίλη Μιχαηλίδη θα αρχίσει και πάλι ‘να ψάλλει’. Ο Λάρκος Λάρκου κατάφερε κάτι πολύ δύσκολο: έβαλε το χέρι του στο στήθος του Β. Μιχαηλίδη, δοκίμασε να ψάξει την καρδιά του και κατάφερε να την αγγίξει. Και να την τραγουδήσει.» Ο Μιχαηλίδης είχε την καρδιά ενός νεοβυζαντινού και νεοέλληνα ηθοπλάστη, ο οποίος δεν ήταν απλώς ένας λαικός ποιητής, αλλά ένας κύπριος Ρήγας Φεραίος (1757-1798). Στόχος της «Χιώτισσας» (όπως και της «9ης Ιουλίου») ήταν η σύνταξη ενός παιάνα πίστης στην αναγέννηση του γένους. Βυζαντινά χαρακτηριστικά των ποιημάτων του είναι η υπομονή στα δεινά, η αντίσταση και η θυσία, οι πανανθρώπινες αξίες, η πίστη στην πρόνοια του Θεού-παντοκράτορα, ο κύκλος του Σταυρός-Ανάσταση. Η σύνθεση του Λάρκου θυμίζει λίγο τη μελωδία του «σπερινού» που η ρκά «χάννει» προκειμένου να συμπαρασταθεί στην «Τουρκούν», με την οποίαν δεν την συνδέει παρά το κοινόν ανθρώπινο «γραφτόν», του πόνου και του θανάτου. Η ρκά, προσωποποίηση της ρωμιοσύνης, δεν αντιπαρέρχεται την «πληξιμιάν» νέα έστω κι αν ακόμα την θεωρεί αλλόθρησκη, αλλά σαν άλλος καλός Σαμαρείτης την «παρηορά» και της απαλύνει τον πόνο, και της υπόσχεται πως «εις το επανέρχεσθαι» θα ολοκληρώση την σωτηρία της. Στο δεύτερο μάλιστα μέρος της ιστορίας, η σωτηρία και των δυο περνά μέσα από «μιαν εκκλησιάν». Για τον Μιχαηλίδη, η ρωμιοσύνη είναι υπερεθνική, κι η σωτηρία δεν εξυπακούει ούτε την επανάσταση ούτε τη χρήση βίας. Πάντα στέγει, πάντα υπομένει, δείχνει δε συμπάθεια προς κάθε αγαθό πολίτη, Έλληνα ή Τούρκο. Χαίρομαι που ανάμεσα στους συνεργάτες του Λάρκου συμπεριλαμβάνεται και ο Ιλκερ Καπτάνογλου, στο κλαρίνο. Η καταδίκη της άδικης εξουσίας δεν συνδέεται με οποιεσδήποτε πολιτικές φιλοδοξίες, κι ο πόνος που περιγράφει το τραγούδι είναι πόνος για τη γή της Κύπρου, της Χίου, και κάθε άλλης «ματζιελλεμένης» πατρίδας. Το κέντρο της ύπαρξης για τον Μιχαηλίδη δεν είναι η λογική, αλλά «η ψυσιή του αδρώπου», γι’ αυτό και η ορθοπραξία είναι για την ρκάν η ανωτάτη των αξιών. Όντας φτωχή προσφέρει στην Ελένην θησαυρόν ανεκτίμητο, κι από «δκιακονητίνα» μετατρέπεται σε διακόνισσα της χάριτος. Η σοφία που την εμψυχώνει δεν είναι ακαδημαική αλλά εμπειρική, βγαλμένη από το μόχθο του λαού μέσα στον οποίο μορφώθηκε. Τα λόγια της, συμπονετικά και παρηγορητικά, είναι συνάμα κι ένα ηχηρό «ουαί» στους ισχυρούς και αδίκους που «κάμαν τουν’ το κακόν». Το έργο του Λάρκου με έφερε ξανά ενώπιον ενός βυζαντινού «διαφωτισμού» που λαμπρύνει την καρδιά περισσότερο από τον νου, και μου πρόσφερε αναβάπτιση στην εκκλησιαστική παράδοση του ενός (κοινού για όλους) Θεού-Πατέρα. Εδώ στη ξενητειά ιδιαίτερα, τέτοιου είδους ανατάσεις μας θυμίζουν πως θρησκεία και πατρίδα είναι πανανθρώπινες εμπειρίες, αλληλένδετες και δυναμικές. Σαν απόγονοι των βυζαντινών γνωρίζουμε από πρώτο χέρι πως τα ανθρώπινα βάσανα γίνονται πιο υποφερτά σαν τα βλέπει κανείς μέσα από το πρίσμα του θείου πάθους. Ο θάνατος χάνει, όντως, το κεντρί του, όταν η πίστη στην ανάσταση, και προσωπική και πανανθρώπινη, παραμένει ακράδαντη. Η εμμονή στις ρίζες και στις καταβολές τους δίνουν φτερά τόσο στη ρκαν όσο και στην Ελένην, τόσο στον Μιχαηλίδη όσο και στον Λάρκου. Νοιώθω πως πριν ακόμα αρχίσει η περίοδος του χειμερινού πάσχα, φίλε αναγνώστη, η ελπίδα έχει ξαναγεννηθεί μέσα μου, κι η ανάσταση δεν θ’ αργήσει. Τα λέμε!
Αναστάσιος Μ. Ιωαννίδης, Καθηγητής Πανεπιστημίου-Σινσιννάτι, Οχάϊο, Η.Π.Α. ( εφ. “Πολίτης”, 9 Νοε. 2014)
___________________________________________
Αν και είμαι πολύ φειδωλός στις καλές κουβέντες πρέπει να σας πω οτι ο δίσκος σας είναι μια εξαιρετική δημιουργία και τον απολαμβάνω κάθε φορά που τον ακούω εδώ και μέρες. Όταν έχετε ημερομηνία για την παρουσίασή του στη Θεσσαλονίκη παρακαλώ ειδοποιήστε με για ραδιοφωνική παρουσίαση του. Ειλικρινή Συγχαρητήρια.
Θόδωρος Εξηντάρης, 5/10/2012
___________________________________________
Β. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ- Λ. ΛΑΡΚΟΥ: ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
Τι είναι ένα μεγάλο έργο; Πότε ένα έργο είναι εκλεκτό; Στη δική μου σκέψη αυτό συμβαίνει όταν ένας δημιουργός παίρνει υλικό και του δίνει ποιητικά ή μουσικά φτερά, αν αυτό το έργο γίνεται σταθμός για τους επόμενους, αν ανοίγει ένα δρόμο για το μέλλον, αν ξεπερνά την εποχή του, αν αφήνει πίσω του μνήμες και αναφορές. Αναφέρω ως παραδείγματα αυτής της κατηγορίας έργων μεγάλης πνοής το Άξιον Εστίν του Μ. Θεοδωράκη, το Χρονικό του Γ. Μαρκόπουλου, ή το Χαμόγελο της Τζοκόντας του Μ. Χατζιδάκη. Στην ποίηση αναφέρω ως παραδείγματα τον Διονύσιο Σολωμό, τον Οδυσσέα Ελύτη ή τον Γιώργο Σεφέρη. Η Κύπρος διαθέτει έργα που περιλαμβάνονται σε αυτή την μεγάλη κατηγορία είτε έχουν αποτυπωθεί στη δημοτική γλώσσα είτε στην κυπριακή διάλεκτο -κυρίως το ποιητικό έργο του Β. Μιχαηλίδη, του Κ. Μόντη και του Κ. Χαραλαμπίδη. Στη μουσική διαδρομή έργων μεγάλης πνοής ο Μ. Χριστοδουλίδης με τις «Άκρες των Ακρών», ο Γ. Κοτσώνης με την «Κυρά των Αμπελιών», ο Μάριος Τόκας με την «Αμμόχωστο Βασιλεύουσα» ή ο Κ. Κωστέας με το συνολικό έργο του ΣΥΚΑΛΥ.
Στη νέα σελίδα της μεγάλης δημιουργίας μπαίνει κατά τρόπο απαιτητικό ο Λάρκος Λάρκου με το έργο του «Το πρώτο δω βασίλειο είχαν θεοί το κτίσει». Ο συνθέτης πήρε την ποίηση του Βασίλη Μιχαηλίδη και την έντυσε με εξαίσιες μουσικές δημιουργίες, με μια μοναδική έμπνευση πάνω σε δύσκολο στίχο, βγαλμένο μέσα από την πιο χαρισματική ποιητική φλέβα της νήσου. Ο Λάρκος Λάρκου άντλησε υλικό από την μακραίωνη μουσική παράδοση της Κύπρου και δημιούργησε ένα έργο-σταθμό στα μουσικά δρώμενά της. Ο συνθέτης έδειξε ότι έχει τις δυνάμεις να διαγράψει έναν μεγάλο κύκλο δημιουργίας, με ακούσματα ή ήχους από την κυπριακή παράδοση αλλά με αποδέκτες το σημερινό ακροατήριο στη Δύση και στην Ανατολή. «Στο πρώτο δω βασίλειο είχαν θεοί το κτίσει», ο συνθέτης αναζωογονεί την παράδοση με εκπληκτικές συνθέσεις όπως «Η Χιώτισσα εν Λεμεσώ κατά το 1821», όπως με ακούσματα στηριγμένα στη μουσική διάσταση των αιώνων («Αι διαιρέσεις και αι κοινωνία), όπως του σαρκασμού ως αντίδραση στην κάθε είδους τυρανία (Εις την Κύπρον), όπως της ιστορίας ως υπόθεσης ανατροπής (Η 9η Ιουλίου του 1821, εν Λευκωσία- Κύπρου), ή της γραφής που ισοδυναμεί με έναν ύμνο στην «ευμορφιάν» (Μία Νυξ).
Το έργο αυτό που υπογράφει ο Λάρκος Λάρκου όπως και εκείνο του Μ. Χριστοδουλίδη («Στες άκρες των Ακρών») σηκώνουν τη μουσική δημιουργία της Ανατολικής Μεσογείου πιο ψηλά και συναντούν έργα της «κλασσικής» μουσικής παράδοσης όπως ο «Ερωτόκριτος» του Β. Κορνάρου και η αξεπέραστη κυπριακή Ακριτική Ποίηση. Ο Π. Λιασίδης ορίζει το κλασσικό με το στίχο ότι «η μουσική τζ η ποίησις εν προίτζιες π’ον γερνούσιν». Έτσι συναντά τη σκέψη του Τ. Ανθία, καθώς «πλάτυνε η σκέψη τη ζωή τόσο πολύ, τόσο πολύ, πο ’κανε ο άνθρωπος τη γη κι όλο το σύμπαν σπίτι». Ο Λάρκος Λάρκου απαντά με εντυπωσιακά θετικό τρόπο στις κρίσεις των Π. Λιασίδη και Τ. Ανθία. Με το έργο του «Το πρώτο δω βασίλειο είχαν θεοί το κτίσει» διευρύνει την πολιτιστική μας ταυτότητα γιατί την συνδέει με τα σύγχρονα μουσικά ρεύματα, προτείνει μια πρωτοποριακή δημιουργία «που πλαταίνει τη σκέψη» σε μια σκληρή περίοδο.
Λάρκος Λάρκου (διευθυντής ΚΥΠΕ- απλή συνωνυμία με συνθέτη)
___________________________________________
ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΧΛΩΡΑΚΑΣ Την Τρίτη 2 Οκτωβρίου στο Θέατρο της Χλώρακας, οι θεατές είχαν την ευκαιρία να παραστούν σε μια φιλολογική εκδήλωση και να παρακολουθήσουν το έργο του Λάρκου Λάρκου «ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΔΩ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΕΙΧΑΝ ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΟ ΚΤΙΣΕΙ». Πρόκειται για τα ποιήματα του Βασίλη Μιχαηλιδη του Εθνικού μας ποιητή, ενός ανθρώπου, ο οποίος αν και πέθανε στη ψάθα, εντούτοις άφησε ένα μεγαλειώδες έργο πίσω του, στη γλώσσα της Κυπριακής διαλέκτου και της καθαρεύουσας, μια γλώσσας πανέμορφης που έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα και που από μόνη της αποτελεί καλογραμμένο ποίημα. Μέσα από την εξαιρετική μελοποίηση δεκαεφτά ποιημάτων του Βασίλη Μιχαηλίδη, o Λάρκος Λάρκου κατάφερε κάτι πολύ δύσκολο, εξέφρασε με ακρίβεια τα νοήματα που ήθελε ο ποιητής να μεταδώσει στους ανθρώπους με τρόπο τραγουδιστικό ανεπανάληπτο και διαχρονικό. Ο Λάρκος Λάρκου, είναι ένας μεγάλος μουσικός που μελοποίησε ένα μεγάλο Εθνικό ποιητή. Έγραψε ένα μουσικό έργο που η ετοιμασία του διήρκεσε πολύ καιρό και αποτελείται από ένα ψηφιακό δίσκο που περιλαμβάνει 17 μελοποιημένα ποιήματα και συνοδεύεται από ένα καλόδετο βιβλίο με καλαίσθητη εμφάνιση και στο οποίο μπορεί ο αναγνώστης με εμβρίθεια να πραγματευτεί το έργο του Εθνικού μας ποιητή. Με την απλή ευγενικότητα της μουσικής του και τις μελωδικές συνθέσεις του που παρασέρνουν αλλά και επεμβαίνουν το νου των ακροατών και τους καθοδηγούν με ακρίβεια στην ανάγνωση και στην ακρόαση του όλου έργου, το ίδιο τους βοηθούν στη χορωδιακή συνοδεία των τραγουδιών με ακρίβεια, είναι δηλαδή οι συνθέσεις του Λάρκου Λάρκου απαύγασμα των Κυπριακών μουσικών καταβολών με ίδιο τελικό αποτέλεσμα με τη μουσική των μεγάλων Μουσουργών του Ελληνισμού Θεοδωράκη και Χατζηδάκη που η απλότητα της μουσικής τους ήταν ότι σημαντικότερο τους χαρακτήριζε σαν δημιουργούς […]ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΑΠΑΚΟΥΔΗΣ
___________________________________________
ΜΕΛΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ
Λάρκος Λάρκου «Το πρώτο ’δώ βασίλειο είχαν θεοί το κτίσει»
Βασίλης Μιχαηλίδης… Ένα όνομα γνωστό, για τους περισσότερους από εμάς, αλλά και ξεχασμένο από αρκετούς άλλους. Ένας μείζων ποιητής που πρόσφερε τόσα πολλά με το ξεχωριστό του έργο, το οποίο, εδώ και ένα περίπου αιώνα, συνεχίζει να αγγίζει και να συγκινεί. Τον άνθρωπο αυτό θέλησε να ξαναζωντανέψει ο γνωστός μουσικοσυνθέτης Λάρκος Λάρκου, ο οποίος, συνεπικουρούμενος από σπουδαίους καλλιτέχνες αλλά και από ανθρώπους των γραμμάτων, κατάφερε να φέρει στο φως έναν ψηφιακό δίσκο (CD) που περιλαμβάνει δεκαεπτά μελοποιημένα ποιήματα του Βασίλη Μιχαηλίδη, αλλά και ένα συνοδευτικό βιβλιαράκι στο οποίο παρατίθενται τόσο οι στίχοι των ποιημάτων που έχουν μελοποιηθεί όσο και διάφορες άλλες ενδιαφέρουσες πληροφορίες γύρω από τη ζωή και το έργο του μεγάλου Κύπριου βάρδου.
Διαβάζοντας τα «προλεγόμενα» του βιβλίου που συνοδεύουν τον ψηφιακό δίσκο, παρατηρούμε ότι ο Βασίλης Μιχαηλίδης δεν έγραφε μόνο στην κυπριακή διάλεκτο, αλλά, παράλληλα, χρησιμοποιούσε και την πανελλήνια γλώσσα (δημοτική και καθαρεύουσα). Τα περισσότερα, μάλιστα, από τα μελοποιημένα ποιήματά του είναι γραμμένα σε αυτήν αντί, όπως θα ανέμενε κανείς, στην ντοπιολαλιά· ωστόσο, όλα μαζί συνοψίζουν με ένα, θα λέγαμε, αρμονικό τρόπο την ποιητική προσωπογραφία του μεγαλύτερου, ίσως, ποιητή της κυπριακής λογοτεχνίας. Έτσι, δεν θα ήταν υπερβολικό να ισχυριστούμε ότι, ακούγοντας κανείς τα μελοποιημένα αυτά ποιήματα, έχει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να απολαύσει μουσικά τους ερωτικούς, λυρικούς αλλά και εθνικούς καημούς που αναβλύζουν από τη γραφίδα του σπουδαίου αυτού ποιητή. Στίχοι όπως
Εις την φωνήν τ’ αηδονιού ευρήκα την φωνή σου
και στην ασπράδα του χιονιού εκείνην της ψυχής σου·
στην χρυσωμένη ανατολή το χρώμα των μαλλιών σου
και στον γαλάζιον ουρανόν το χρώμα των ματιών σου.
(«Μακράν σου»)
και, κυρίως,
Η Ρωμιοσύνη έν’ φυλή συνότζιαιρη του κόσμου,
κανένας δεν εβρέθηκεν για να την ι-ξηλείψει,
κανένας, γιατί σσιέπει την ’πού τα ’ψη ο Θεός μου.
Η Ρωμιοσύνη ’έννα χαθεί, όντας ο κόσμος λείψει!
(«Η 9η Ιουλίου…»)
συμπυκνώνουν νοήματα αστείρευτης ποιητικής έμπνευσης, τα οποία, κατά τη γνώμη μου, προσδίδουν διαχρονικότητα, βάθος και ένταση, ενώ, ταυτόχρονα, αναδεικνύουν το πηγαίο ταλέντο του (ταλαιπωρημένου από τις κακουχίες της ζωής) ποιητή μας.
Επιχειρώντας μια πιο διεισδυτική ματιά στο βιβλίο-cd, οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι μια τόσο προσεγμένη έκδοση δεν θα μπορούσε να στηριχτεί στην τύχη ή σε πρόχειρη δουλειά. Πέραν από το Λάρκο Λάρκου, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την ενορχήστρωση, έλαβαν μέρος σημαντικοί Ελλαδίτες και Κύπριοι καλλιτέχνες, όπως οι Αλκίνοος Ιωαννίδης, Χρήστος Θηβαίος, Γιάννης Κότσιρας, Κώστας Χατζής, Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Κυριακού Πελαγία, οι οποίοι ερμήνευσαν με εξαιρετική επιτυχία τα μελοποιημένα ποιήματα του Βασίλη Μιχαηλίδη, ενώ τη φιλολογική επιμέλεια του βιβλίου είχε ο φιλόλογος Κυριάκος Ιωάννου, όπως, επίσης, και την επιμέλεια των ποιημάτων μαζί με τον πανεπιστημιακό Λευτέρη Παπαλεοντίου.
Προσωπικά, έχω διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο και έχω ακούσει την ερμηνεία των ποιημάτων που περιλαμβάνονται στον ψηφιακό δίσκο. Το εκπληκτικό σε μια τέτοια περίπτωση είναι ότι αυτή η διπλή αίσθηση (ανάγνωση-μουσικό άκουσμα των ποιημάτων) δημιουργεί πρωτόγνωρες αισθητικές απολαύσεις, μέσω των οποίων αποτυπώνονται βαθύτερα ακόμη και τα δυσκολότερα νοήματα των στίχων. Οι λέξεις (μελοποιημένες πια) ζωντανεύουν, εντυπώνονται φωτεινότερες στο μυαλό μας και, τελικά, διοχετεύονται ευκολότερα στο υποσυνείδητό μας. Ο Βασίλης Μιχαηλίδης (ξανα)ζωντανεύει, επιστρέφει από το παρελθόν και εισέρχεται θριαμβευτικά στο παρόν: για να μας παροτρύνει να τον γνωρίσουμε καλύτερα, να τον απολαύσουμε και να τον χειροκροτήσουμε. Η φωνή του σμίγει με τη φωνή του Αλκίνοου Ιωαννίδη, του Γιάννη Κότσιρα, του Βασίλη Παπακωνσταντίνου και όλων των υπόλοιπων εκλεκτών ερμηνευτών· και το αποτέλεσμα είναι, πράγματι, εκπληκτικό! Με λίγα λόγια, το έργο αυτό διδάσκει τέρποντας, καθηλώνοντας ακόμη και τον πιο αδιάφορο αναγνώστη-ακροατή
Οφείλω να ομολογήσω ότι ιδιαίτερη εντύπωση μου έχει κάνει «Η 9η Ιουλίου…», λόγω της παραστατικότητας και της αμεσότητας που δημιουργεί τόσο η ανάγνωσή της όσο και το άκουσμα της μελοποιημένης «εκδοχής» της. Το συγκεκριμένο ποίημα, το οποίο είχαμε την ευκαιρία να διδαχθούμε (έστω αποσπασματικά) και στην πρώτη τάξη του Λυκείου, αναφέρεται στην περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και, συγκεκριμένα, στον μαρτυρικό θάνατο του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και των τριών επισκόπων από τους Τούρκους. Οι Κώστας Χαραλαμπίδης, Ιλκέρ Καπτάνογλου, Μιχάλης Τερλικκάς, Μιχάλης Χατζημιχαήλ, καθώς και η Βυζαντινή Χορωδία «Ρωμανός ο Μελωδός», υπό την καθοδήγηση, φυσικά, του μουσικοσυνθέτη Λάρκου Λάρκου, έχουν καταφέρει να απογειώσουν το μεγαλόπνοο αυτό επικό ποίημα, σκορπώντας ρίγη συγκίνησης, αλλά και περηφάνιας για την καταγωγή μας.
Κοντολογίς, το καθένα από τα δεκαεφτά ποιήματα του βιβλίου-cd είναι μοναδικό και τονίζει τη συμβολή του Βασίλη Μιχαηλίδη στο λογοτεχνικό στερέωμα της Κύπρου μας. Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι ο ίδιος ο τίτλος του έργου («Το πρώτο ’δώ βασίλειο είχαν θεοί το κτίσει») είναι παρμένος από το ποίημα «Τροόδος» του ποιητή.
Θέα Σοφοκλέους
___________________________________________
Ο Λάρκος Λάρκου, με τη μελοποιημένη ποίηση του Βασίλη Μιχαηλίδη, παράδωσε, με την υπογραφή και την άρτια μουσική του κατάρτιση, στις επόμενες γενιές ένα ουσιαστικό, αξιόλογο και μνημειώδες έργο που τιμά και αναβαθμίζει και προβάλει τον πολιτισμό μας. ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΕΤΟΥΣΗΣ 27/9/2017
___________________________________________
Απόλαυσα την «Ανεράδα» και μου φάνηκε εξαιρετική η μελοποίηση στη «Χιώτισσα». Δεν κρύβω ότι ειδικά στην περίπτωση αυτή συγκινήθηκα μέχρι δακρύων. Σε όλα όμως τα ποιήματα ο Λάρκος Λάρκου δίνει ψυχή με τη μουσική του». Δρ. Λευτέρης Παπαλεοντίου
___________________________________________
Λάρκο, συγχαρητήρια που ’πκιασες τούν’ τα είδη,
κομμάθκια της παράδοσης που ’ν’ του Μιχαηλίδη.
Ό,τι καλλύτττερον ποθείς στο σπίτιν το δικόν σου –
Λάρκο, τιμάς τες ρίζες σου, τιμάς τον εαυτόν σου. Κυριακού Πελαγία
___________________________________________
Το τραγούδι που μου έδωσες είναι όχι ωραίο, αλλά καταπληκτικό! Κώστας Χατζής
___________________________________________
Είναι πολύ σπουδαίο πράγμα να μπορείς να μετουσιώνεις τον έρωτα με την πραγματικότητα, με το έδαφος, με τη γη, με το αίμα, σ’ ένα τόσο όμορφο τραγούδι. Γιάννης Κότσιρας
___________________________________________
Έτσι όπως μας συντροφεύει ο έρως, μας συντροφεύει και ο λόγος που χρησιμοποίησε πριν από εκατό και πλέον χρόνια ο Βασίλης Μιχαηλίδης. Χρήστος Θηβαίος
___________________________________________
Ένας άνθρωπος, ο οποίος πέθανε «στην ψάθα», άφησε ένα τόσο μεγαλειώδες έργο πίσω του, σ’ αυτή τη γλώσσα την καθαρεύουσα, που μας λείπει σήμερα δυστυχώς στην Ελλάδα. Μανώλης Μητσιάς
___________________________________________
Δεν πρέπει να χάνεται η γέννησή μας και αυτή η γλώσσα [καθαρεύουσα και δημοτική] γέννησε τους Έλληνες απανταχού του κόσμου. Βασίλης Παπακωνσταντίνου
___________________________________________
Είναι πολύ δύσκολη υπόθεση να μελοποιήσεις ποιήματα του Βασίλη Μιχαηλίδη και εύχομαι καλή επιτυχία στη δουλειά αυτή του φίλου του Λάρκου Λάρκου. Χρήστος Σίκκης
___________________________________________
Μ’ αρέσει στο σύνολο που βλέπω τον Λάρκο να το φτιάχνει βελονιά-βελονιά. Ο τρόπος που το δουλεύει έχω την αίσθηση ότι του δίνει και τον χαρακτήρα της διαχρονικότητας. Πέτρος Γαϊτάνος
___________________________________________
Ο Μιχαηλίδης έχει μια αυθεντικότητα άλλη –είναι λαϊκός με την έννοια του βάθους, της ρίζας. Και είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον για μένα να τραγουδώ στη γλώσσα μου, στη διάλεκτό μου. Αλκίνοος Ιωαννίδης
___________________________________________
Είναι ένα φαινόμενο του τόπου μας πολλοί Έλληνες μεγάλοι μουσικοί να έχουν μελοποιήσει μεγάλους ποιητές. Αυτό είναι ευλογία Θεού. Αυτός ο τόπος έχει τραγουδήσει τους περισσότερους ποιητές. Βασίλης Λέκκας